Πότε μπορείτε να προχωρήσετε σε καταγγγελία της σύμβασης με πάρoχο κινητής τηλεφωνίας; Πόσα χρήματα θα πρέπει να πληρώσετε ως πέναλντι; Πόσο χρόνο από την υπογραφή του συμβολαίου;
Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, αλλά και σε πολλά ακόμα δίνει η
Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδος, η οποία επισημαίνει ότι οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, μέσω εκπτώσεων, προσφορών και άλλων προωθητικών ενεργειών, επιδιώκουν την προσέλκυση των καταναλωτών, οι οποίοι τελικά δεσμεύονται από μακροχρόνια συμβόλαια και μάλιστα με παροχές που, τελικά, δεν χρησιμοποιούν.
Αλλά τι γίνεται αν, μετά την υπογραφή μιας π.χ. διετούς σύμβασης, δεν είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι με τις υπηρεσίες του παρόχου μας; Τι γίνεται αν βρούμε μια καλύτερη προσφορά ή η υπάρχουσα τιμή δεν ανταποκρίνεται πλέον στις δυνατότητές μας; Τι πρέπει να κάνουμε αν έχουμε ανάγκη για περισσότερα δωρεάν λεπτά, SMS ή δεδομένα ή αντίθετα έχουμε βρει ότι δεν χρειαζόμαστε τις συμφωνημένες υπηρεσίες και δεν θέλουμε να πληρώσουμε άσκοπα κάτι που δεν θα χρησιμοποιήσουμε;
Πότε δικαιούμαστε να προχωρήσουμε σε καταγγελία της σύμβασης
Ο κανόνας είναι ότι δικαιούμαστε την καταγγελία της σύμβασης ορισμένου χρόνου με την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας οποτεδήποτε, χωρίς να χρειάζεται να αναφέρουμε την αιτία.
Οπως χαρακτηριστικά ααφέρεται «εννοείται ότι σε περίπτωση που η καταγγελία οφείλεται σε υπαιτιότητα του παρόχου π.χ. λόγω μη παροχής των υπηρεσιών κλπ., αυτή γίνεται χωρίς καμία απολύτως επιβάρυνση για τους καταναλωτές».
Αυτό που πρέπει να προσέχουμε όμως είναι αν ο πάροχος μας παρείχε οποιονδήποτε εξοπλισμό κατά τη σύναψη της σύμβασης με ευνοϊκούς όρους. Εάν δηλ. εκμεταλλευθήκαμε ενδιαφέρουσες προσφορές και κατά την υπογραφή συμβολαίου για μια συγκεκριμένη περίοδο πήραμε το νέο κινητό τηλέφωνο σε μειωμένη τιμή ή ακόμα και δωρεάν (η λεγόμενη επιδότηση), τότε αυτό θα αυξήσει το ποσό το οποίο θα πρέπει να καταβάλλουμε στον πάροχο.
Πως υπολογίζεται η επιβαρυνση από την καταγγελία
Στην περίπτωση λοιπόν που καταγγείλουμε (διακόψουμε) τη σύμβαση, η μοναδική επιβάρυνση είναι το «τέλος πρόωρης διακοπής σύμβασης». Αυτό υπολογίζεται με δύο τρόπους και τελικά επιβάλλεται αυτό που είναι χαμηλότερο για τον καταναλωτή:
Ποσό Α
Το συνολικό ποσό που θα προκύπτει από το άθροισμα των ακόλουθων:
Το σύνολο της έκπτωσης επί του μηνιαίου παγίου μέχρι τη στιγμή της διακοπής.
Το εναπομείναν ποσό απόσβεσης για τυχόν επιδότηση συσκευής, εξοπλισμού ή κατασκευής γραμμής.
Αν καταγγείλουμε πριν περάσουν δύο μήνες από τη σύμβαση, θα οφείλουμε και τα πάγια 2 μηνών
Ποσό Β
Το συνολικό ποσό που θα προκύπτει από το άθροισμα των ακόλουθων:
Το 1/3 του συνόλου των μηνιαίων παγίων για το διάστημα από την ημερομηνία διακοπής μέχρι την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης της σύμβασης ορισμένου χρόνου.
Το ποσό απόσβεσης για τυχόν επιδότηση συσκευής, τερματικού εξοπλισμού ή κατασκευής γραμμής, το οποίο αντιστοιχεί στα 2/3 του εναπομείναντος διαστήματος από την ημερομηνία διακοπής μέχρι την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης της σύμβασης.
Επισημαίνεται ότι, στην πρώτη σελίδα της σύμβασης ορισμένου χρόνου θα πρέπει να αναγράφεται το τέλος πρόωρης διακοπής που θα οφείλει, κατά περίπτωση και για κάθε μήνα διακοπής, να καταβάλει ο συνδρομητής.
Παραδείγματα
Παράδειγμα (όπως παρέχεται από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων): Συνδρομητής συνάπτει σύμβαση διάρκειας 24 μηνών, με αρχική τιμή μηνιαίου παγίου 40 ευρώ και έκπτωση 10 ευρώ (δηλαδή τελική τιμή 30 ευρώ), καθώς και επιδότηση 96 ευρώ για την αγορά συσκευής. Η επιδότηση της συσκευής αποσβένεται κατά 4 ευρώ/μήνα.
Περίπτωση 1:
Ο συνδρομητής αποφασίζει να διακόψει τη σύμβαση στο τέλος του 15ου μήνα, δηλαδή 9 μήνες πριν τη λήξη της. Το ποσό Α ανέρχεται στα 186 ευρώ (δηλαδή η συνολική έκπτωση που αντιστοιχεί στους 15 μήνες, συν το εναπομείναν ποσό για την απόσβεση επιδότησης έως τη λήξη της σύμβασης). Το ποσό Β ανέρχεται στα 114 ευρώ (το 1/3 των υπολειπόμενων παγίων, συν το ποσό απόσβεσης επιδότησης για τα 2/3 του εναπομείναντος διαστήματος των 9 μηνών). Συνεπώς, δεδομένου ότι το ποσό Β είναι το μικρότερο, το τέλος διακοπής σύμβασης με το οποίο θα επιβαρυνθεί ο συνδρομητής δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 114 ευρώ
Περίπτωση 2:
Ο συνδρομητής αποφασίζει να διακόψει τη σύμβαση κατά τον πρώτο μήνα της σύμβασης. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να καταβάλει στον πάροχο